Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καλιά
καλιάδιον
καλιάς
καλίγιον
καλίζομαι
κάλικα
καλίκιοι
καλινδέομαι
καλινδήθρα
καλίνδησις
κάλινος
καλιός
καλιστρέω
Καλλαβίς
καλλαινιοποιοῖς
κάλλαιον
Κάλλαισχρος
καλλαρίας
καλλι
καλλιάζω
καλλιαρία
View word page
κάλινος
wooden
ShortDef
wooden
Debugging
Headword:
κάλινος
Headword (normalized):
κάλινος
Headword (normalized/stripped):
καλινος
IDX:
44471
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44472
Key:
Data
{'content': 'wooden'}