Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καλαμοπώλης
κάλαμος
καλαμοστασία
καλαμοστεφής
καλαμοσφάκτης
καλαμότομος
καλαμοτύπορ
καλαμουργέω
καλαμόφθογγος
καλαμόφυλλος
καλαμόω
καλαμώδης
καλαμών
καλαμωτή
καλάνδαι
κάλανδρος
καλάπους
κάλαρις
καλάσιρις
Καλαύρεια
καλαῦροψ
View word page
καλαμόω
bind

ShortDef

bind

Debugging

Headword:
καλαμόω
Headword (normalized):
καλαμόω
Headword (normalized/stripped):
καλαμοω
IDX:
44445
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44446
Key:

Data

{'content': 'bind'}