Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καλαμήτρια
καλαμηφάγος
καλαμηφορέω
καλαμηφόρος
καλαμίζω
καλαμικός
καλαμίνθη
καλαμινθίτης
καλάμινθος
καλαμινθώδης
καλάμινος
καλάμιον
καλαμίς
Κάλαμις
καλαμίσκος
καλάμιστρος
καλαμίτης
καλαμοβόας
καλαμογλυφέω
καλαμογλύφος
καλαμογραφία
View word page
καλάμινος
made of reed

ShortDef

made of reed

Debugging

Headword:
καλάμινος
Headword (normalized):
καλάμινος
Headword (normalized/stripped):
καλαμινος
IDX:
44416
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44417
Key:

Data

{'content': 'made of reed'}