Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καλάμημα
καλαμητομία
καλαμητόμος
καλαμήτρια
καλαμηφάγος
καλαμηφορέω
καλαμηφόρος
καλαμίζω
καλαμικός
καλαμίνθη
καλαμινθίτης
καλάμινθος
καλαμινθώδης
καλάμινος
καλάμιον
καλαμίς
Κάλαμις
καλαμίσκος
καλάμιστρος
καλαμίτης
καλαμοβόας
View word page
καλαμινθίτης
flavoured with mint

ShortDef

flavoured with mint

Debugging

Headword:
καλαμινθίτης
Headword (normalized):
καλαμινθίτης
Headword (normalized/stripped):
καλαμινθιτης
IDX:
44413
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44414
Key:

Data

{'content': 'flavoured with mint'}