Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καλαμηδόν
καλάμημα
καλαμητομία
καλαμητόμος
καλαμήτρια
καλαμηφάγος
καλαμηφορέω
καλαμηφόρος
καλαμίζω
καλαμικός
καλαμίνθη
καλαμινθίτης
καλάμινθος
καλαμινθώδης
καλάμινος
καλάμιον
καλαμίς
Κάλαμις
καλαμίσκος
καλάμιστρος
καλαμίτης
View word page
καλαμίνθη
catmint, mint
ShortDef
catmint, mint
Debugging
Headword:
καλαμίνθη
Headword (normalized):
καλαμίνθη
Headword (normalized/stripped):
καλαμινθη
IDX:
44412
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44413
Key:
Data
{'content': 'catmint, mint'}