Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κακώλεθρος
κακωνυμία
κάκωσις
κακωτής
κακωτικός
καλαθηφόρος
καλαθίσκιον
καλαθίσκος
καλαθοειδής
καλαθοπλόκος
καλαθοποιός
κάλαθος
καλάθωσις
καλάϊνος
κάλαις
κάλαϊς
καλαμάγρωστις
καλαμαία
καλαμαῖος
καλαμάομαι
καλαμάριον
View word page
καλαθοποιός
making baskets

ShortDef

making baskets

Debugging

Headword:
καλαθοποιός
Headword (normalized):
καλαθοποιός
Headword (normalized/stripped):
καλαθοποιος
IDX:
44385
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44386
Key:

Data

{'content': 'making baskets'}