Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κάκτος
κάκυνσις
κακύνω
κακώδης
κακωδία
κακώλεθρος
κακωνυμία
κάκωσις
κακωτής
κακωτικός
καλαθηφόρος
καλαθίσκιον
καλαθίσκος
καλαθοειδής
καλαθοπλόκος
καλαθοποιός
κάλαθος
καλάθωσις
καλάϊνος
κάλαις
κάλαϊς
View word page
καλαθηφόρος
basket-carrying

ShortDef

basket-carrying

Debugging

Headword:
καλαθηφόρος
Headword (normalized):
καλαθηφόρος
Headword (normalized/stripped):
καλαθηφορος
IDX:
44380
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44381
Key:

Data

{'content': 'basket-carrying'}