Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κακόω
κάκτος
κάκυνσις
κακύνω
κακώδης
κακωδία
κακώλεθρος
κακωνυμία
κάκωσις
κακωτής
κακωτικός
καλαθηφόρος
καλαθίσκιον
καλαθίσκος
καλαθοειδής
καλαθοπλόκος
καλαθοποιός
κάλαθος
καλάθωσις
καλάϊνος
κάλαις
View word page
κακωτικός
hurtful, noxious

ShortDef

hurtful, noxious

Debugging

Headword:
κακωτικός
Headword (normalized):
κακωτικός
Headword (normalized/stripped):
κακωτικος
IDX:
44379
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44380
Key:

Data

{'content': 'hurtful, noxious'}