Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κακοφροσύνη
κακόφρων
κακοφυής
κακοφυΐα
κακοφωνέω
κακοφωνία
κακόφωνος
κακόχαρτος
κακοχείμερος
κακόχλοος
κακοχρήσμων
κακόχρηστος
κακοχροέω
κακόχροια
κακόχροος
κακόχυλος
κακοχυμία
κακόχυμος
κάκοψις
κακόψογος
κακοψυχία
View word page
κακοχρήσμων
difficult to live with

ShortDef

difficult to live with

Debugging

Headword:
κακοχρήσμων
Headword (normalized):
κακοχρήσμων
Headword (normalized/stripped):
κακοχρησμων
IDX:
44358
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44359
Key:

Data

{'content': 'difficult to live with'}