Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κακόφραστος
κακοφρονέω
κακοφρονίζω
κακοφροσύνη
κακόφρων
κακοφυής
κακοφυΐα
κακοφωνέω
κακοφωνία
κακόφωνος
κακόχαρτος
κακοχείμερος
κακόχλοος
κακοχρήσμων
κακόχρηστος
κακοχροέω
κακόχροια
κακόχροος
κακόχυλος
κακοχυμία
κακόχυμος
View word page
κακόχαρτος
rejoicing in men's ills

ShortDef

rejoicing in men's ills

Debugging

Headword:
κακόχαρτος
Headword (normalized):
κακόχαρτος
Headword (normalized/stripped):
κακοχαρτος
IDX:
44355
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44356
Key:

Data

{'content': "rejoicing in men's ills"}