Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κακότας
κακοτεκνία
κακοτελεύτητος
κακοτέρμων
κακοτεχνέω
κακοτέχνημα
κακοτεχνία
κακότεχνος
κακότης
κακοτροπεύομαι
κακοτροπέω
κακοτροπία
κακότροπος
κακοτροφέω
κακοτροφία
κακοτυχέω
κακοτυχής
κακοτυχία
κακουβαι
κακουργέω
κακούργημα
View word page
κακοτροπέω
become malignant

ShortDef

become malignant

Debugging

Headword:
κακοτροπέω
Headword (normalized):
κακοτροπέω
Headword (normalized/stripped):
κακοτροπεω
IDX:
44319
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44320
Key:

Data

{'content': 'become malignant'}