Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κακοσχολία
κακόσχολος
κακότας
κακοτεκνία
κακοτελεύτητος
κακοτέρμων
κακοτεχνέω
κακοτέχνημα
κακοτεχνία
κακότεχνος
κακότης
κακοτροπεύομαι
κακοτροπέω
κακοτροπία
κακότροπος
κακοτροφέω
κακοτροφία
κακοτυχέω
κακοτυχής
κακοτυχία
κακουβαι
View word page
κακότης
badness
ShortDef
badness
Debugging
Headword:
κακότης
Headword (normalized):
κακότης
Headword (normalized/stripped):
κακοτης
IDX:
44317
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44318
Key:
Data
{'content': 'badness'}