Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κακόσφυκτος
κακοσφυξία
κακόσχημος
κακοσχήμων
κακοσχολεύομαι
κακοσχολέω
κακοσχολία
κακόσχολος
κακότας
κακοτεκνία
κακοτελεύτητος
κακοτέρμων
κακοτεχνέω
κακοτέχνημα
κακοτεχνία
κακότεχνος
κακότης
κακοτροπεύομαι
κακοτροπέω
κακοτροπία
κακότροπος
View word page
κακοτελεύτητος
ending ill
ShortDef
ending ill
Debugging
Headword:
κακοτελεύτητος
Headword (normalized):
κακοτελεύτητος
Headword (normalized/stripped):
κακοτελευτητος
IDX:
44311
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44312
Key:
Data
{'content': 'ending ill'}