Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμβλωτήριον
ἀμβλωτικός
ἀμβοειδής
ἄμβολα
ἀμβολά
ἀμβολάδαν
ἀμβολάδην
ἀμβολαδίς
ἀμβολάς
ἀμβολιεργός
ἀμβολίη
ἀμβόλιμος
Ἀμβολογήρα
Ἀμβρακία
Ἀμβρακίδες
Ἀμβρακιώτης
ἀμβροσία
ἀμβροσίοδμος
ἀμβρόσιος
ἀμβροσιώδης
Ἄμβροσσος
View word page
ἀμβολίη
delay

ShortDef

delay

Debugging

Headword:
ἀμβολίη
Headword (normalized):
ἀμβολίη
Headword (normalized/stripped):
αμβολιη
IDX:
4427
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4428
Key:

Data

{'content': 'delay'}