Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κακοπαθής
κακοπαθητικός
κακόπαθος
κακοπάρθενος
κακοπατρίδης
κακόπατρις
κακοπερίπατος
κακοπέτης
κακόπηρος
κακοπινής
κακοπιστοτέρως
κακόπλαστος
κακοπλοέω
κακόπλοος
κακόπνοια
κακόπνοος
κακοποιέω
κακοποιητικός
κακοποιΐα
κακοποιός
κακοπολιτεία
View word page
κακοπιστοτέρως
with misplaced confidence

ShortDef

with misplaced confidence

Debugging

Headword:
κακοπιστοτέρως
Headword (normalized):
κακοπιστοτέρως
Headword (normalized/stripped):
κακοπιστοτερως
IDX:
44240
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44241
Key:

Data

{'content': 'with misplaced confidence'}