Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀμβλωθρίδιος
ἄμβλωμα
ἀμβλωπής
ἀμβλωπός
ἀμβλώσιμος
ἄμβλωσις
ἀμβλώσκω
ἀμβλωτήριον
ἀμβλωτικός
ἀμβοειδής
ἄμβολα
ἀμβολά
ἀμβολάδαν
ἀμβολάδην
ἀμβολαδίς
ἀμβολάς
ἀμβολιεργός
ἀμβολίη
ἀμβόλιμος
Ἀμβολογήρα
Ἀμβρακία
View word page
ἄμβολα
middle of ship's yard

ShortDef

middle of ship's yard

Debugging

Headword:
ἄμβολα
Headword (normalized):
ἄμβολα
Headword (normalized/stripped):
αμβολα
IDX:
4420
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4421
Key:

Data

{'content': "middle of ship's yard"}