Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κακομετρία
κακόμετρος
κακομηδής
κακομητίη
κακόμητις
κακομήτωρ
κακομηχανέω
κακομηχανία
κακομήχανος
κακομιλία
κακομίμητος
κακόμισθος
κακομοιρία
κακόμοιρος
κακομορφία
κακόμορφος
κακομουσία
κακόμουσος
κακόμοχθος
κακονοέω
κακόνοια
View word page
κακομίμητος
imitating ill
ShortDef
imitating ill
Debugging
Headword:
κακομίμητος
Headword (normalized):
κακομίμητος
Headword (normalized/stripped):
κακομιμητος
IDX:
44205
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44206
Key:
Data
{'content': 'imitating ill'}