Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κακομέτρητος
κακομετρία
κακόμετρος
κακομηδής
κακομητίη
κακόμητις
κακομήτωρ
κακομηχανέω
κακομηχανία
κακομήχανος
κακομιλία
κακομίμητος
κακόμισθος
κακομοιρία
κακόμοιρος
κακομορφία
κακόμορφος
κακομουσία
κακόμουσος
κακόμοχθος
κακονοέω
View word page
κακομιλία
bad intercourse

ShortDef

bad intercourse

Debugging

Headword:
κακομιλία
Headword (normalized):
κακομιλία
Headword (normalized/stripped):
κακομιλια
IDX:
44204
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44205
Key:

Data

{'content': 'bad intercourse'}