Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀμβλωθρίδιον
ἀμβλωθρίδιος
ἄμβλωμα
ἀμβλωπής
ἀμβλωπός
ἀμβλώσιμος
ἄμβλωσις
ἀμβλώσκω
ἀμβλωτήριον
ἀμβλωτικός
ἀμβοειδής
ἄμβολα
ἀμβολά
ἀμβολάδαν
ἀμβολάδην
ἀμβολαδίς
ἀμβολάς
ἀμβολιεργός
ἀμβολίη
ἀμβόλιμος
Ἀμβολογήρα
View word page
ἀμβοειδής
like an ἄμβων
ShortDef
like an ἄμβων
Debugging
Headword:
ἀμβοειδής
Headword (normalized):
ἀμβοειδής
Headword (normalized/stripped):
αμβοειδης
IDX:
4419
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-4420
Key:
Data
{'content': 'like an ἄμβων'}