Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κακολογέω
κακολογία
κακολογικός
κακολόγος
κακομαθής
κακομανέω
κακόμαντις
κακομαχέω
κακομέλετος
κακομετρέω
κακομέτρητος
κακομετρία
κακόμετρος
κακομηδής
κακομητίη
κακόμητις
κακομήτωρ
κακομηχανέω
κακομηχανία
κακομήχανος
κακομιλία
View word page
κακομέτρητος
illmeasured
ShortDef
illmeasured
Debugging
Headword:
κακομέτρητος
Headword (normalized):
κακομέτρητος
Headword (normalized/stripped):
κακομετρητος
IDX:
44194
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44195
Key:
Data
{'content': 'illmeasured'}