Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Κακοΐλιος
κακοκαρπία
κακοκέρδεια
κακοκερδής
κακοκλεής
κακόκνημος
κακόκρατος
κακοκρισία
κακολογέω
κακολογία
κακολογικός
κακολόγος
κακομαθής
κακομανέω
κακόμαντις
κακομαχέω
κακομέλετος
κακομετρέω
κακομέτρητος
κακομετρία
κακόμετρος
View word page
κακολογικός
vituperative

ShortDef

vituperative

Debugging

Headword:
κακολογικός
Headword (normalized):
κακολογικός
Headword (normalized/stripped):
κακολογικος
IDX:
44186
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44187
Key:

Data

{'content': 'vituperative'}