Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κακοήθευμα
κακοηθεύομαι
κακοήθης
κακοηθιστέον
κακοηχής
κακοθαλπής
κακοθανασία
κακοθάνατος
κακοθέλεια
κακοθελής
κακοθέλω
κακόθεος
κακοθεραπεία
κακοθέρειος
κακοθερής
κακοθημοσύνη
κακοθηνέω
κακοθιγία
κακόθροος
κακοθυμία
κακόθυμος
View word page
κακοθέλω
to be illdisposed
ShortDef
to be illdisposed
Debugging
Headword:
κακοθέλω
Headword (normalized):
κακοθέλω
Headword (normalized/stripped):
κακοθελω
IDX:
44162
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44163
Key:
Data
{'content': 'to be illdisposed'}