Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κακοεργός
κακοζηλία
κακόζηλος
κακοζωΐα
κακοήθεια
κακοήθευμα
κακοηθεύομαι
κακοήθης
κακοηθιστέον
κακοηχής
κακοθαλπής
κακοθανασία
κακοθάνατος
κακοθέλεια
κακοθελής
κακοθέλω
κακόθεος
κακοθεραπεία
κακοθέρειος
κακοθερής
κακοθημοσύνη
View word page
κακοθαλπής
warming badly
ShortDef
warming badly
Debugging
Headword:
κακοθαλπής
Headword (normalized):
κακοθαλπής
Headword (normalized/stripped):
κακοθαλπης
IDX:
44157
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44158
Key:
Data
{'content': 'warming badly'}