Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κακοδαιμόνημα
κακοδαιμονία
κακοδαιμονίζω
κακοδαιμονικός
κακοδαιμονιστής
κακοδαίμων
κακοδάκρυτος
κακόδερμος
κακοδήνης
κακοδιαιτησία
κακοδιδασκαλέω
κακοδικία
κακοδοξέω
κακοδοξία
κακόδοξος
κακοδουλία
κακόδουλος
κακοειδής
κακοειμονία
κακοείμων
κακοελκής
View word page
κακοδιδασκαλέω
instruct in evil

ShortDef

instruct in evil

Debugging

Headword:
κακοδιδασκαλέω
Headword (normalized):
κακοδιδασκαλέω
Headword (normalized/stripped):
κακοδιδασκαλεω
IDX:
44133
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44134
Key:

Data

{'content': 'instruct in evil'}