Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κακογλωσσία
κακόγλωσσος
κακογνωμονέω
κακογνώμων
κακογονία
κακόγονος
κακόγραφος
κακογύναιος
κακοδαιμονάω
κακοδαιμονέω
κακοδαιμόνημα
κακοδαιμονία
κακοδαιμονίζω
κακοδαιμονικός
κακοδαιμονιστής
κακοδαίμων
κακοδάκρυτος
κακόδερμος
κακοδήνης
κακοδιαιτησία
κακοδιδασκαλέω
View word page
κακοδαιμόνημα
occupation of the region of κακὸς δαίμων

ShortDef

occupation of the region of κακὸς δαίμων

Debugging

Headword:
κακοδαιμόνημα
Headword (normalized):
κακοδαιμόνημα
Headword (normalized/stripped):
κακοδαιμονημα
IDX:
44123
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44124
Key:

Data

{'content': 'occupation of the region of κακὸς δαίμων'}