Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Καισαριανός
καίτοι
καιφος
καίω
κακαγγελέω
κακαγγελία
κακάγγελος
κακάγγελτος
κακαγορία
κακάγορος
κακανδρία
κακανθέω
κακανθήεις
κάκεις
κακελκής
κακελπιστέω
κακέμφατος
κακεντρέχεια
κακεντρεχής
κακεπίθυμος
κακεργασία
View word page
κακανδρία
unmanliness

ShortDef

unmanliness

Debugging

Headword:
κακανδρία
Headword (normalized):
κακανδρία
Headword (normalized/stripped):
κακανδρια
IDX:
44056
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44057
Key:

Data

{'content': 'unmanliness'}