Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καινουργέω
καινουργής
καινούργησις
καινουργία
καινούργιος
καινουργός
καινοφανής
καινόφιλος
καινοφωνέω
καινοφωνία
καινόφωνος
καινόω
καίνύκε
καίνυμαι
καίνυμι
καίνω
καίνωσις
καίπερ
καιρία
καιρικός
καιριολεκτέω
View word page
καινόφωνος
new-sounding
ShortDef
new-sounding
Debugging
Headword:
καινόφωνος
Headword (normalized):
καινόφωνος
Headword (normalized/stripped):
καινοφωνος
IDX:
44016
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-44017
Key:
Data
{'content': 'new-sounding'}