Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καινοποιΐα
καινοποιός
Καινόπολις
καινοπραγέω
καινοπραγία
καινοπρέπεια
καινοπρεπής
καινός
καινόσπουδος
καινοσχημάτιστος
καινόταφος
καινότης
καινοτομέω
καινοτόμημα
καινοτομητέον
καινοτομία
καινοτόμος
καινοτροπία
καινότροπος
καινουργέω
καινουργής
View word page
καινόταφος
of a new tomb
ShortDef
of a new tomb
Debugging
Headword:
καινόταφος
Headword (normalized):
καινόταφος
Headword (normalized/stripped):
καινοταφος
IDX:
43997
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43998
Key:
Data
{'content': 'of a new tomb'}