Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καινολογέω
καινολογία
καινολόγος
καινοπαθέω
καινοπαθής
καινοπηγής
καινοπήμων
καινοποιέω
καινοποιητής
καινοποιΐα
καινοποιός
Καινόπολις
καινοπραγέω
καινοπραγία
καινοπρέπεια
καινοπρεπής
καινός
καινόσπουδος
καινοσχημάτιστος
καινόταφος
καινότης
View word page
καινοποιός
novator

ShortDef

novator

Debugging

Headword:
καινοποιός
Headword (normalized):
καινοποιός
Headword (normalized/stripped):
καινοποιος
IDX:
43988
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43989
Key:

Data

{'content': 'novator'}