Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καθόσιος
καθοσιόω
καθοσίωσις
καθοσιωτέον
καθόσον
καθότι
καθυβρίζω
καθυγραίνω
καθυγρασμός
κάθυγρος
κάθυδρος
καθυλακτέω
καθυλίζω
καθυλομανέω
καθυμνέω
καθύομαι
καθυπακούω
καθυπερακοντίζω
καθυπερέχω
καθυπερηφανέω
καθύπερθε
View word page
κάθυδρος
full of water

ShortDef

full of water

Debugging

Headword:
κάθυδρος
Headword (normalized):
κάθυδρος
Headword (normalized/stripped):
καθυδρος
IDX:
43911
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43912
Key:

Data

{'content': 'full of water'}