Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καθορίζω
καθοριστικῶς
καθορμέω
καθορμίζω
καθόρμιον
καθόρμισις
καθόσιος
καθοσιόω
καθοσίωσις
καθοσιωτέον
καθόσον
καθότι
καθυβρίζω
καθυγραίνω
καθυγρασμός
κάθυγρος
κάθυδρος
καθυλακτέω
καθυλίζω
καθυλομανέω
καθυμνέω
View word page
καθόσον
in so far as, inasmuch as
ShortDef
in so far as, inasmuch as
Debugging
Headword:
καθόσον
Headword (normalized):
καθόσον
Headword (normalized/stripped):
καθοσον
IDX:
43905
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43906
Key:
Data
{'content': 'in so far as, inasmuch as'}