Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καθιππάζομαι
καθίππευσις
καθιππεύω
καθιπποκρατέω
καθιπποτροφέω
καθίπταξις
κάθισις
κάθισμα
καθίσταμι
καθίστημι
καθιστήριον
καθιστίασις
καθιστιάω
καθιστορέω
καθό
καθοδηγέω
καθοδήγησις
καθοδηγός
καθόδιον
κάθοδος
καθολικός
View word page
καθιστήριον
seat

ShortDef

seat

Debugging

Headword:
καθιστήριον
Headword (normalized):
καθιστήριον
Headword (normalized/stripped):
καθιστηριον
IDX:
43869
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43870
Key:

Data

{'content': 'seat'}