Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καθηγεμών
καθηγέομαι
καθήγησις
καθηγητής
καθηγητικός
καθηδύνω
καθηδυπαθέω
καθηκόντως
καθήκω
καθηλιάζω
καθῆλιξ
καθηλόω
καθήλωμα
καθήλωσις
καθηλωτής
κάθημαι
καθημερεία
καθημέριος
καθημερίσια
καθημεροθύτης
καθημερόω
View word page
καθῆλιξ
contemporary

ShortDef

contemporary

Debugging

Headword:
καθῆλιξ
Headword (normalized):
καθῆλιξ
Headword (normalized/stripped):
καθηλιξ
IDX:
43829
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43830
Key:

Data

{'content': 'contemporary'}