Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καθετηρίζω
καθετηρισμός
καθετηριστέον
καθέτης
καθετικός
κάθετος
καθευδητέον
καθευδητέος
καθεύδω
καθεύρεμα
καθευρεσιλογέω
καθευρίσκω
κάθεφθος
καθέψησις
καθεψιάομαι
καθέψω
καθηγεμονία
καθηγεμών
καθηγέομαι
καθήγησις
καθηγητής
View word page
καθευρεσιλογέω
invent reasons

ShortDef

invent reasons

Debugging

Headword:
καθευρεσιλογέω
Headword (normalized):
καθευρεσιλογέω
Headword (normalized/stripped):
καθευρεσιλογεω
IDX:
43812
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43813
Key:

Data

{'content': 'invent reasons'}