Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καθεστήριον
καθεστώτως
καθετήρ
καθετηρίζω
καθετηρισμός
καθετηριστέον
καθέτης
καθετικός
κάθετος
καθευδητέον
καθευδητέος
καθεύδω
καθεύρεμα
καθευρεσιλογέω
καθευρίσκω
κάθεφθος
καθέψησις
καθεψιάομαι
καθέψω
καθηγεμονία
καθηγεμών
View word page
καθευδητέος
one must sleep
ShortDef
one must sleep
Debugging
Headword:
καθευδητέος
Headword (normalized):
καθευδητέος
Headword (normalized/stripped):
καθευδητεος
IDX:
43809
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43810
Key:
Data
{'content': 'one must sleep'}