Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καθέν
καθέννυμι
κάθεξις
καθέρπω
καθέσιμον
κάθεσις
καθεστέον
καθεστηκότως
καθεστήριον
καθεστώτως
καθετήρ
καθετηρίζω
καθετηρισμός
καθετηριστέον
καθέτης
καθετικός
κάθετος
καθευδητέον
καθευδητέος
καθεύδω
καθεύρεμα
View word page
καθετήρ
anything let down into, inserted

ShortDef

anything let down into, inserted

Debugging

Headword:
καθετήρ
Headword (normalized):
καθετήρ
Headword (normalized/stripped):
καθετηρ
IDX:
43801
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43802
Key:

Data

{'content': 'anything let down into, inserted'}