Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
καθαιρέω
καθαίρω
καθάλλομαι
καθαλμάω
καθαλμής
κάθαλος
καθαμαξεύω
κάθαμμα
καθαμματίζω
καθαμμίζω
καθάπαν
καθάπαξ
καθαπλόω
καθάπτομαι
καθαπτός
καθάπτω
καθάρειος
καθαρειότης
καθαρευτέον
καθαρευτέος
καθαρεύω
View word page
καθάπαν
on the whole
ShortDef
on the whole
Debugging
Headword:
καθάπαν
Headword (normalized):
καθάπαν
Headword (normalized/stripped):
καθαπαν
IDX:
43732
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43733
Key:
Data
{'content': 'on the whole'}