Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κᾶδος
Καδούσιοι
καδύτας
Κάδυτις
κάδω
Κάειρα
καθά
καθαγίζω
καθαγισμός
καθαγνίζω
καθαιμακτός
καθαιμάσσω
καθαιματόω
κάθαιμος
καθαίρεσις
καθαιρετέος
καθαιρέτης
καθαιρετικός
καθαιρετός
καθαιρέω
καθαίρω
View word page
καθαιμακτός
bloodstained, bloody

ShortDef

bloodstained, bloody

Debugging

Headword:
καθαιμακτός
Headword (normalized):
καθαιμακτός
Headword (normalized/stripped):
καθαιμακτος
IDX:
43713
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43714
Key:

Data

{'content': 'bloodstained, bloody'}