Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

καδικεύω
καδίσκιον
καδίσκος
καδμεία
Καδμεῖος
Καδμειώνη
Καδμογενής
Κάδμος
καδοποιός
κάδος
κᾶδος
Καδούσιοι
καδύτας
Κάδυτις
κάδω
Κάειρα
καθά
καθαγίζω
καθαγισμός
καθαγνίζω
καθαιμακτός
View word page
κᾶδος
family relationship

ShortDef

family relationship

Debugging

Headword:
κᾶδος
Headword (normalized):
κᾶδος
Headword (normalized/stripped):
καδος
IDX:
43703
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43704
Key:

Data

{'content': 'family relationship'}