Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰχθυοτρόφος
ἰχθυουλκός
ἰχθυοφαγέω
ἰχθυοφαγία
Ἰχθυοφάγοι
ἰχθυοφάγος
ἰχθυοφορέω
ἰχθυοφόρος
ἰχθυπαγής
ἰχθυπόρος
ἰχθύς
ἰχθυσιληϊστήρ
ἰχθυστεφής
ἰχθυφόνος
ἰχθυώδης
Ἰχναῖος
ἰχνεία
ἰχνελάτης
ἴχνευμα
ἰχνεύμων
ἴχνευσις
View word page
ἰχθύς
a fish

ShortDef

a fish

Debugging

Headword:
ἰχθύς
Headword (normalized):
ἰχθύς
Headword (normalized/stripped):
ιχθυς
IDX:
43605
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43606
Key:

Data

{'content': 'a fish'}