Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἰχθυοτροφικός
ἰχθυοτρόφος
ἰχθυουλκός
ἰχθυοφαγέω
ἰχθυοφαγία
Ἰχθυοφάγοι
ἰχθυοφάγος
ἰχθυοφορέω
ἰχθυοφόρος
ἰχθυπαγής
ἰχθυπόρος
ἰχθύς
ἰχθυσιληϊστήρ
ἰχθυστεφής
ἰχθυφόνος
ἰχθυώδης
Ἰχναῖος
ἰχνεία
ἰχνελάτης
ἴχνευμα
ἰχνεύμων
View word page
ἰχθυπόρος
harpoon
ShortDef
harpoon
Debugging
Headword:
ἰχθυπόρος
Headword (normalized):
ἰχθυπόρος
Headword (normalized/stripped):
ιχθυπορος
IDX:
43604
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43605
Key:
Data
{'content': 'harpoon'}