Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰχθυοπωλία
ἰχθυοπώλιον
ἰχθυόρροος
ἰχθυοτροφεῖον
ἰχθυοτροφικός
ἰχθυοτρόφος
ἰχθυουλκός
ἰχθυοφαγέω
ἰχθυοφαγία
Ἰχθυοφάγοι
ἰχθυοφάγος
ἰχθυοφορέω
ἰχθυοφόρος
ἰχθυπαγής
ἰχθυπόρος
ἰχθύς
ἰχθυσιληϊστήρ
ἰχθυστεφής
ἰχθυφόνος
ἰχθυώδης
Ἰχναῖος
View word page
ἰχθυοφάγος
fish-eating

ShortDef

fish-eating

Debugging

Headword:
ἰχθυοφάγος
Headword (normalized):
ἰχθυοφάγος
Headword (normalized/stripped):
ιχθυοφαγος
IDX:
43600
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43601
Key:

Data

{'content': 'fish-eating'}