Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἰχθυολογέω
ἰχθυολύμης
ἰχθυόμαντις
ἰχθυομετάβολος
ἰχθυοπτρίς
ἰχθυοπωλέω
ἰχθυοπώλης
ἰχθυοπωλία
ἰχθυοπώλιον
ἰχθυόρροος
ἰχθυοτροφεῖον
ἰχθυοτροφικός
ἰχθυοτρόφος
ἰχθυουλκός
ἰχθυοφαγέω
ἰχθυοφαγία
Ἰχθυοφάγοι
ἰχθυοφάγος
ἰχθυοφορέω
ἰχθυοφόρος
ἰχθυπαγής
View word page
ἰχθυοτροφεῖον
fish-pond
ShortDef
fish-pond
Debugging
Headword:
ἰχθυοτροφεῖον
Headword (normalized):
ἰχθυοτροφεῖον
Headword (normalized/stripped):
ιχθυοτροφειον
IDX:
43593
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43594
Key:
Data
{'content': 'fish-pond'}