Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἰχθυηρός
ἰχθυΐα
ἰχθυϊκός
ἰχθύκεντρον
ἰχθυμέδων
ἰχθυνόμος
ἰχθυόβρωτος
ἰχθυοειδής
ἰχθυόεις
ἰχθυοθήρας
ἰχθυοθηρητήρ
ἰχθυοθηρία
ἰχθυοκένταυρος
ἰχθυόκολλα
ἰχθυολογέω
ἰχθυολύμης
ἰχθυόμαντις
ἰχθυομετάβολος
ἰχθυοπτρίς
ἰχθυοπωλέω
ἰχθυοπώλης
View word page
ἰχθυοθηρητήρ
a fisherman
ShortDef
a fisherman
Debugging
Headword:
ἰχθυοθηρητήρ
Headword (normalized):
ἰχθυοθηρητήρ
Headword (normalized/stripped):
ιχθυοθηρητηρ
IDX:
43579
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43580
Key:
Data
{'content': 'a fisherman'}