Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰχθύβολος
ἰχθυβόλος
ἰχθυβόρος
ἰχθύβοτος
ἰχθυγόνος
ἰχθύδιον
ἰχθυδόκος
ἰχθυεῖον
ἰχθυήματα
ἰχθυηρός
ἰχθυΐα
ἰχθυϊκός
ἰχθύκεντρον
ἰχθυμέδων
ἰχθυνόμος
ἰχθυόβρωτος
ἰχθυοειδής
ἰχθυόεις
ἰχθυοθήρας
ἰχθυοθηρητήρ
ἰχθυοθηρία
View word page
ἰχθυΐα
fishing

ShortDef

fishing

Debugging

Headword:
ἰχθυΐα
Headword (normalized):
ἰχθυΐα
Headword (normalized/stripped):
ιχθυια
IDX:
43570
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43571
Key:

Data

{'content': 'fishing'}