Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰσχνοσκελής
ἰσχνότης
ἰσχνουργής
ἰσχνοφωνία
ἰσχνόφωνος
ἰσχνόω
ἴσχνωσις
ἰσχνωτικός
Ἰσχόμαχος
ἰσχομένως
ἰσχουρέω
ἰσχουρία
ἰσχυριείω
ἰσχυρίζομαι
ἰσχυρικός
ἰσχύρισις
ἰσχυριστέον
ἰσχυριστέος
ἰσχυριστικῶς
ἰσχυρογνωμοσύνη
ἰσχυρογνώμων
View word page
ἰσχουρέω
suffer from retention of urine

ShortDef

suffer from retention of urine

Debugging

Headword:
ἰσχουρέω
Headword (normalized):
ἰσχουρέω
Headword (normalized/stripped):
ισχουρεω
IDX:
43469
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43470
Key:

Data

{'content': 'suffer from retention of urine'}