Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἱστότονος
ἱστουργέω
ἱστουργία
ἱστουργικός
ἱστουργός
ἱστοφόρος
ἵστραξ
ἰστρίδες
Ἴστριος
Ἴστρος
ἱστών
ἱστωνάρχης
ἱστωναρχία
ἴστωρ
ἴσφνιον
ἰσχάδιον
ἰσχαδοκάρυον
ἰσχαδοπώλης
ἰσχαδόπωλις
ἰσχαδοφάγος
ἰσχαδώνης
View word page
ἱστών
weaving-shed
ShortDef
weaving-shed
Debugging
Headword:
ἱστών
Headword (normalized):
ἱστών
Headword (normalized/stripped):
ιστων
IDX:
43421
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43422
Key:
Data
{'content': 'weaving-shed'}