Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἱσπανία
Ἰσραήλ
Ἰσραηλίτης
Ἰσσηδόνες
Ἰσσικός
ἵσταμι
ἰστέον
ἱστεών
ἵστημι
ἱστία
Ἱστίαια
Ἱστιαῖος
Ἱστιαιῶτις
ἱστίη
ἱστιοδρομέω
ἱστιόκωπος
ἱστίον
ἱστιοπετής
ἱστιοποιέομαι
ἱστιορράφος
ἱστοβοεύς
View word page
Ἱστίαια
Histiaea

ShortDef

Histiaea

Debugging

Headword:
Ἱστίαια
Headword (normalized):
ἱστίαια
Headword (normalized/stripped):
ιστιαια
IDX:
43382
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43383
Key:

Data

{'content': 'Histiaea'}