Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἰσίκιον
Ἰσιονόμος
Ἶσις
ἴσκαι
ἴσκε
ἴσκω
ἴσκω2
ἵσμα
Ἴσμαρος
ἰσμή
Ἰσμήνη
Ἰσμηνίας
Ἰσμήνιος
Ἰσμηνός
ἰσοαχθής
ἰσοβαθής
ἰσοβαρέω
ἰσοβαρής
ἰσοβασιλεύς
ἰσόβιος
ἰσόβοιος
View word page
Ἰσμήνη
Ismene

ShortDef

Ismene

Debugging

Headword:
Ἰσμήνη
Headword (normalized):
ἰσμήνη
Headword (normalized/stripped):
ισμηνη
IDX:
43160
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43161
Key:

Data

{'content': 'Ismene'}