Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἰσαριθμέω
ἰσάριθμος
ἰσάρχαιος
ἰσάρχων
ἰσασμός
ἰσάστερος
ἰσαστικός
ἰσάτις
ἰσατώδης
ἰσαύδης
Ἰσαυρικός
ἰσαχῶς
ἰσεννύω
ἰσηγορέομαι
ἰσηγορέω
ἰσηγορία
ἰσήγορος
ἰσήλικος
ἰσῆλιξ
ἰσημερία
ἰσημερινός
View word page
Ἰσαυρικός
Isauricus
ShortDef
Isauricus
Debugging
Headword:
Ἰσαυρικός
Headword (normalized):
ἰσαυρικός
Headword (normalized/stripped):
ισαυρικος
IDX:
43115
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-43116
Key:
Data
{'content': 'Isauricus'}